Θα σας πούμε σήμερα μία ιστορία σαν κι αυτές που μόνο στην
Ελλάδα ζούμε. Για ένα μουσείο που κατόρθωσε να κόψει τον Απρίλιο μόλις πέντε
εισιτήρια και να εισπράξει δέκα ευρώ. Θα μπορούσε το σημείωμα αυτό να τελειώνει
εδώ ακριβώς. Πέντε εισιτήρια σε έναν ολόκληρο μήνα. Σαν κι αυτά που
στέλνουν μία χώρα στον διάβολο...
Δεν θα σας πούμε ποιο είναι το μουσείο, διότι το θέμα μας δεν είναι να
δημιουργήσουμε ένα ακόμη "σκάνδαλο". Πρόκειται για ένα από τα
εκατοντάδες, ίσως από τα χιλιάδες παραδείγματα κατασπατάλησης δημοσίων
πόρων. Είναι μία ακόμη υπηρεσία που "στήθηκε" για να βολευτούν φίλοι,
συγγενείς και ψηφοφόροι.
Το πρόβλημα είναι να αρχίσουμε κάποτε να αντιλαμβανόμαστε ότι αν δεν
σταματήσουμε τις σπατάλες δεν θα μπορέσουμε να βρούμε πόρους για να βοηθήσουμε
αυτούς που πραγματικά τους έχουν ανάγκη. Κι οι σπατάλες αυτές δεν κρύβονται
μόνο κάτω από το χαλί της κεντρικής διοίκησης...
Το αρχαιολογικό μουσείο, λοιπόν, στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτήριο που από
μόνο του είναι ένα πραγματικό στολίδι για την επαρχιακή πόλη. Το
"περίεργο" είναι ότι η τοπική κοινωνία αγνοεί την λειτουργία του
μουσείου. Οπότε δεν θα πρέπει να μας προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι ελάχιστοι
από τους επισκέπτες της πόλης γνωρίζουν την ύπαρξή του και ακόμη πιο λίγοι το
επισκέπτονται. Διαφορετικά δεν θα συνέβαινε να κόψει αυτό το μουσείο μόλις
πέντε εισιτήρια τον μήνα Απρίλιο!
Δεν είμαι ο ειδικός για να σας πω αν θα έπρεπε να υπάρχει το μουσείο αυτό ή
όχι. Μπορώ, όμως, να σας διαβεβαιώσω ότι δεν λειτουργεί σωστά! Το
μουσείο, λοιπόν, έχει στην διάθεσή του 17 εργαζόμενους, οι περισσότεροι από
τους οποίους προέρχονται από τον ΟΣΕ! Άλλη μία απόδειξη για το πως μπορεί να
λειτουργήσει το μέτρο της μετάταξης...
Ας υποθέσουμε ότι το μουσείο λειτουργούσε σαν να πρόκειται για ιδιωτική
επιχείρηση. Ποιός διευθυντής θα ανεχότανε να έχει για έναν μήνα έξοδα μισθοδοσίας
για 17 υπαλλήλους, λειτουργικά έξοδα ενός μεγάλου κτιρίου, ΔΕΗ,
νερό, για να εισπράξει στο τέλος δέκα ευρώ; Η διοίκηση αυτής της
επιχείρησης δεν θα είχε κινητοποιηθεί για να βρει τι φταίει για το κακό αυτό
αποτέλεσμα και για να βρει λύσεις θεραπείας;
Θα πείτε ότι μία καλή διοίκηση δεν θα είχε αφήσει τα πράγματα να εξελιχτούν σε
αυτό το σημείο. Οπότε η συζήτηση μετατοπίζεται αυτόματα στο ποιός ελέγχει αν η
διοίκηση του μουσείου έκανε την δουλειά της ή όχι.
Θα ρωτήσει κανείς τι θα μπορούσε να κάνει η διοίκηση ενός μουσείου για να
αυξήσει τους επισκέπτες. Το πρώτο πράγμα που θα μπορούσαν να κάνουν είναι να
επιδιώξουν μία στενή συνεργασία με τον Δήμο και τους τοπικούς φορείς. Ας πούμε
για να μπουν πινακίδες στην πόλη που θα έκαναν γνωστή την παρουσία του
μουσείου. Να διοργανωθούν εκδηλώσεις που θα το έφερναν στο επίκεντρο της
πολιτιστικής ζωής του τόπου. Να βρουν τους ξενοδόχους της περιοχής και να
συζητήσουν για κοινές δράσεις. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν από μόνα
τους. Χρειάζεται οι άνθρωποι να αγαπούν το αντικείμενό τους και να
προσπαθούν.
Η δημόσια διοίκηση πάσχει κι αυτό είναι γνωστό. Το θέμα δεν είναι, όμως, να
κόψουμε το κεφάλι του ασθενούς επειδή αυτός έχει πονοκέφαλο. Αλλά να ασχοληθεί
κανείς στα σοβαρά και να αντιμετωπίσει την κάθε κατάσταση με τον τρόπο που της
αρμόζει. Πρέπει κάποιος γνώστης του αντικειμένου να ασχοληθεί σοβαρά και
να εξετάσει αν πράγματι χρειάζεται ή όχι το μουσείο σε αυτή την πόλη ή αν θα
ήταν καλύτερο να συγχωνευτεί με κάποιο άλλο. Και στην συνέχεια πως αυτό το
ίδρυμα θα μπορέσει να δικαιολογήσει την παρουσία του.
Κάθε δημόσια υπηρεσία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μία ξεχωριστή οντότητα
που έχει τις δικές της ανάγκες. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το ζητούμενο είναι
το κέρδος. Η δημόσια υπηρεσία, το μουσείο, το σχολείο, κάθε κύτταρο του
δημοσίου θα πρέπει να επιστρέφει στην κοινωνία τα χρήματα που αυτή έχει
δαπανήσει για την λειτουργία του και ακόμη περισσότερα. Αλλιώς καταλήγουμε στο
παράδειγμα της ιστορίας μας, σε έναν οργανισμό που απασχολεί 17 εργαζόμενους,
σπαταλά άπειρους πόρους των φορολογουμένων για να έχουμε ως αποτέλεσμα πέντε
και μόνο εισιτήρια για έναν ολόκληρο μήνα και έσοδα δέκα ευρώ! Για να
αποφύγουμε τις παρεξηγήσεις. Το κέρδος δεν είναι μόνο οικονομικό, δεν αφορά
μόνο απόλυτα ποσά. Ποιός μας είπε, όμως, ότι δεν κοστολογείται ο πολιτισμός ή η
παιδεία;
Πόσα τέτοια "μουσεία νεοελληνικής φαυλότητας" λειτουργούν σε αυτή την
χώρα; Πολλά, πάρα πολλά. Και θα υπάρχουν για πολλές ακόμη δεκαετίες, όσο το
πολιτικό σύστημα αρνείται να κάνει την δουλειά του και αντί αυτού προτιμά να
σπαταλά τους δημόσιους πόρους για να υπερασπιστεί, τελικά, την εκλογική του
πελατεία.
Μεταρρυθμιστής δεν είναι εκείνος που βαπτίζει τον εαυτό του ως τέτοιον. Αλλά
εκείνος που θα τολμήσει να δημιουργήσει θεσμούς και διαδικασίες που να
προστατεύουν τόσο τους ανθρώπους της εργασίας, όσο και τα χρήματα των
φορολογουμένων.
Θανάσης Μαυρίδης thanasis.mavridis@capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου