"Ω Κρίτων, έφη, τω Ασκληπιώ ωφείλομεν αλεκτρυόνα. αλλά απόδοτε και μή αμελήσητε" Σωκράτης, 469-399 π.Χ.

Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

Όσοι πάλεψαν με τον καρκίνο καταλαβαίνουν από ζωή.

Είναι κι εκείνοι οι άνθρωποι που γνωρίστηκαν με τον πόνο.




Ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους, με τα καλά και τα ανάποδα τους, με τους φόβους και τις ελπίδες, τα όνειρα και τις αποτυχίες τους.
Απλοί, καθημερινοί άνθρωποι.
Μα άτυχοι.
Ένα θεριό φώλιασε μες το κορμί τους.Ένας ύπουλος εχθρός που ξεκίνησε μέρα τη μέρα, στιγμή τη στιγμή, ανάσα την ανάσα να τρώει τα σωθικά τους.
Διαολεμένος καρκίνος.

Ένα νέο που έσκασε σα βόμβα μες το κεφάλι τους κι ένας μαραθώνιος για τη ζωή. Εξετάσεις, γιατροί και πάλι εξετάσεις. Χειρουργεία, ακτίνοθεραπείες, ορμονοθεραπείες. Μα πάνω από όλα, απώλειες.
Έχασαν τα χρώματα τους, έγιναν σκιές. Μαύρες σκιές, θολή ανάμνηση του πως ήταν πριν.
Κι ένας καθρέφτης δε βρέθηκε ποτέ να τους λυπηθεί. Να θυμίσει στο είδωλο του εκείνο που είχαν κι έχασαν. Την υγεία τους.

Άλλοι παραιτήθηκαν. Στάθηκαν να περιμένουν το θάνατο, σα λύτρωση και σαν αυτοτιμωρία.
Άλλοι πάλι, δεν το έβαλαν κάτω. Είναι αυτοί που φώναξαν:
“Δε θα σου περάσει κερατά καρκίνε, θα νικήσω”. Και πάλεψαν.
Με όλες τους τις δυνάμεις πάλεψαν το θεριό. Του δάνεισαν το σώμα μα αρνήθηκαν πεισματικά να το αφήσουν να βάλει χέρι και στην ψυχή τους.

“Δε σου ανήκω”, είπαν και γατζώθηκαν στη ζωή.
Κι ας ήταν δύσκολο να κρατηθούν. Άνισες πολλές φορές οι μάχες, τους έριχναν, τους τσάκιζαν, τους κομμάτιαζαν.

Μα εκείνοι εκεί. Πιστά ταγμένοι στο μεγαλείο της ζωής, εναντιώθηκαν στο άδικο ενός θανάτου που δεν τους ανήκε. Δε φτιάχτηκε για αυτούς.
Άνθρωποι γεμάτοι ανοιχτές υποθέσεις: παιδιά να μεγαλώσουν, έρωτες να γνωρίσουν, ζωή να χορτάσουν.
‘Ανθρωποι κάθε ηλικίας, αλλοιωμένοι στον καθρέφτη μα όχι και στην ψυχή.
Άνθρωποι που λυγίζουν τα πόδια τους από την αρρώστια μα όχι και τα κουράγια τους.
Και βλέπεις τα μάτια τους να τρέχουν από τον πόνο και να στολίζουν το χαμόγελο που δε φεύγει από τα χείλη τους.

Κι ακούς άλλους, που τα έχουν όλα, να γκρινιάζουν. Να μιζεριάζουν για μια ζωή που τους χαρίστηκε δίχως δαίμονες και θεριά που τρώνε σάρκες.
Είναι πολύτιμη η ζωή, εκείνοι που πονούν το καταλαβαίνουν. Εκείνοι που μετρούν ήττες και νίκες, εκείνοι που βγάζουν το σπαθί από το θηκάρι για να νικήσουν το δράκο τους.
Αυτοί καταλαβαίνουν από ζωή.

Μάλλον γιατί παλεύουν για το κάθε της δευτερόλεπτο. Διεκδικούν με πείσμα τον αέρα που θα περάσει στα πνευμόνια τους.
Γιατί έχουν πράγματα να κάνουν ακόμη. Γιατί τα όνειρα που τους αναλογούν δεν πρόλαβαν να γίνουν αλήθεια.
Γι’αυτό παλεύουν. Και παραδειγματίζουν κι όλους όσους δε ζουν, απλά ανασαίνουν για να περνά ο καιρός.
Αυτοί οι άνθρωποι, οι πονεμένοι, οι χαμογελαστοί μαχητές της ζωής, είναι δάσκαλοι.
Αυτοί ξέρουν να διδάξουν τη ζωή.
Την έχουν μελετήσει, την έχουν φιλοσοφήσει, αλλά το σημαντικότερο, την έχουν κερδίσει…


Της Στεύης Τσούτση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου